Ιφιγένεια εν Αυλίδι, του Ευριπίδη
Σκηνοθεσία: Τιμοφέι Κουλιάμπιν
Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου
Το Σάββατο 6 Ιουλίου είδαμε την Ιφιγένεια εν Αυλίδι, όχι στο 405 π.Χ, αλλά στο σήμερα. Είδαμε πώς οι «μεγάλοι» αποφασίζουν για τους μικρούς, πώς η μεγαλομανία των ηγετών, η ανάγκη για προβολή και δόξα καταπίνει την ανθρωπιά και τη συμπόνια, πώς ολόκληροι λαοί θυσιάζονται εν αγνοία τους σε ένα παιχνίδι ξεπλύματος υπολήψεων και ικανοποίησης εγωισμών. Όλοι οι στρατηλάτες αρχηγοί (Αγαμέμνων, Μενέλαος, Αχιλλέας) αποδόθηκαν με μεγαλύτερη ή μικρότερη δόση στρατολαγνείας, ακόμη και ο Αχιλλέας από ήρωας εκπίπτει μάλλον σε μια κατάσταση ανδρείκελου που ενδιαφέρεται περισσότερο για την αποκατάσταση του ονόματος του που χρησιμοποιήθηκε ερήμην του από την ίδια τη ζωή μιας αθώας. Μενέλαος και Αγαμέμνων αγαπιούνται και μισιούνται κατά περίσταση αναλόγως με το πώς εξυπηρετούνται καλύτερα τα πλάνα τους. Λυκοφιλίες, δολοπλοκίες και θυσιαστήρια, αυτός είναι ο καμβάς του πολέμου, πάνω στον οποίο οι αθώοι οδηγούνται ως σφάγια γιατί έτσι πρέπει.
Πρόκειται για μια μελετημένη μεταφορά του δράματος του Ευριπίδη στη σύγχρονη πραγματικότητα από τον σκηνοθέτη Τιμοφέι Κουλιάμπιν. Ο λόγος του Ευριπίδη, το αντιπολεμικό του μήνυμα, ακούστηκε καθαρά στο θέατρο της Επιδαύρου. Τα χορικά μέρη αφαιρέθηκαν για να δοθεί περισσότερη ένταση στη δράση των διαλογικών μερών. Επίσης, η μεταφορά των νέων από την Κλυταιμνήστρα στην Ιφιγένεια αναπαραστάθηκε με μια σωματική χορογραφία χάριν της δραματικής οικονομίας. Πού αφιερώθηκε αυτός ο χρόνος των κομματιών που κόπηκαν;
Το τέλος ήταν το πιο αμφιλεγόμενο εύρημα του σκηνοθέτη. Εδώ δόθηκε όλος ο χρόνος που εξοικονομήθηκε από τις περικοπές. Μπροστά στα μάτια του θεατή στήνεται μια τελετή γάμου με την Ιφιγένεια νυφούλα δίπλα στον σύζυγό της, Αχιλλέα. Όμως ο θάνατος καραδοκεί. Η θυσία της Ιφιγένειας συμβαίνει εν είδει τρομοκρατικής επίθεσης. Και η Ιφιγένεια πεθαίνει όταν σβήνουν τα φώτα. Κανένα θαύμα δεν συμβαίνει, κανένας οίκτος θεάς, κανένα ελάφι δεν παίρνει τη θέση της. Κι όμως ο κόσμος θα μάθει πως η Ιφιγένεια δεν πέθανε, θα μάθει πως είναι μια ηρωίδα που θέλησε να θυσιαστεί για την πατρίδα της και πως στο εξής ζει κάπου ευτυχισμένη και δοξασμένη. Η πολεμική προπαγάνδα κορυφώνεται στα τελευταία λεπτά όταν από τις οθόνες διαδίδεται το μέγα θαύμα που δεν συντελέστηκε ποτέ.
Εξαιρετικοί στάθηκαν όλοι οι ηθοποιοί στους ρόλους τους. Ο Νίκος Ψαρράς ως Αγαμέμνων, ο Νικόλας Παπαγιάννης ως Μενέλαος, η Ανθή Ευστρατιάδου ως Ιφιγένεια, η Μαρία Ναυπλιώτου ως Κλυταιμνήστρα, ο Θάνος Τοκάκης ως Αχιλλέας και ο Δημήτρης Παπανικολάου ως πρεσβύτης έχοντας άψογη άρθρωση όπως απαιτεί ο χώρος, πολύ καλή επικοινωνία επί σκηνής έδωσαν ο καθένας με υψηλά επίπεδα ενέργειας το στίγμα του ρόλου του. Ο χορός πλαισίωσε πολύ αρμονικά τα τεκταινόμενα ανάμεσα στους υποκριτές. Η μετάφραση του Παντελή Μπουκάλα έμεινε αρκετά κοντά στο Ευριπίδειο κείμενο με σύγχρονη απόδοση. Τα κοστούμια του Oleg Golovko υπηρέτησαν τη μεταφορά στο παρόν και τα φώτα του Oskars Paulings ανέδειξαν σημαντικές σκηνές με τρόπο ατμοσφαιρικό.
Αν και κάποιες σκηνοθετικές οδηγίες επί της κινησιολογίας των ηθοποιών δεν έγιναν κατανοητές ή και ξένισαν το κοινό, παρότι η απόδοση στο σήμερα με την προσθήκη της σκηνής του γάμου και του θανάτου της Ιφιγένειας προκάλεσαν δυσαρέσκεια σε κάποιους, θεωρώ πως το αντιπολεμικό μήνυμα στάθηκε αρκετά ισχυρό και έφερε «δι’ ελέου και φόβου» σε όλων το μυαλό τις θηριωδίες που συμβαίνουν σήμερα στον σύγχρονο κόσμο, κάτω από τη μύτη μας.
Τελικά ο Κουλιάμπιν σεβόμενος τόσο το πνεύμα όσο και το γράμμα του Ευριπίδη, τόλμησε όχι να αναμετρηθεί, αλλά να συνδιαλεχθεί μαζί του σε μια υψηλών απαιτήσεων μεταφορά του αρχαίου δράματος στο σήμερα. Η Ιφιγένεια, το ανέμελο κορίτσι που τη μια στιγμή κάνει σχέδια για το μέλλον της και την άλλη δολοφονείται μπροστά στα μάτια μας, είναι οποιοσδήποτε λαός που μπορεί χθες να ευημερούσε, αλλά αυτή τη στιγμή αποφασίζεται η "θυσία" του.