Κακούργα Πεθερά
της Νεφέλης Μαϊστράλη
Σκηνοθεσία: Θανάσης Ζερίτης
Θέατρο Πόρτα / Θέατρο του Νέου Κόσμου
Η “Κακούργα Πεθερά” είναι το τέταρτο έργο της Νεφέλης Μαϊστράλη, μετά τους Αριστερόχειρες, τα Μπλε Καστόρινα Παπούτσια και τις Σπυριδούλες, που έχει ως θέμα του ένα σχετικά άγνωστο (σε μας σήμερα) ιστορικό γεγονός του προηγούμενου αιώνα.
Η υπόθεση του έργου είναι βασισμένη στον φόνο του εργολάβου Αθανασόπουλου το 1931 από τον ξάδερφο της γυναίκας του. Για τον φόνο κατηγορήθηκαν η πεθερά, η σύζυγος, ο ξάδερφος και η υπηρέτρια. Το έγκλημα είχε συγκλονίσει την “κοινή γνώμη” λόγω της προσπάθειας της οικογένειας να εξαφανίσει το πτώμα (κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή), αλλά και επειδή οι γυναίκες τόλμησαν να εναντιωθούν στον άντρα, την κεφαλή του σπιτιού, σε μια πατριαρχική κοινωνία.
Το κείμενο της Νεφέλης Μαϊστράλη και η σκηνοθεσία του Θανάση Ζερίτη καταφέρνουν για άλλη μια φορά αυτό που μας έχουν αποδείξει ότι μπορούν να κάνουν πολύ καλά: να μας μιλήσουν για σύγχρονα προβλήματα, μέσα από το πρίσμα μιας παλαιότερης Ελλάδας. Μας βοηθούν να καταλάβουμε πόση απόσταση έχουμε διανύσει (αν έχουμε διανύσει) από τότε και πόση σημασία έχουν ακόμα και οι μικρότεροι, καθημερινοί αγώνες για την ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα γενικότερα.
Οι ηθοποιοί ήταν όλοι άψογοι υποκριτικά, με κορυφαία την Λένα Ουζουνίδου, που υποδύεται την πεθερά. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να δείτε την παράσταση, αλλά αξίζει να την δείτε μόνο και μόνο για την απίστευτη ερμηνεία της Ουζουνίδου. Η παράσταση είναι γεμάτη ενέργεια, ρυθμό και - αναγκαστικά - βία, τόσο σωματική, όσο και λεκτική, αλλά και κοινωνική. Ωστόσο, τα πιο βίαια γεγονότα δεν παρουσιάζονται στην σκηνή, αλλά πίσω από έναν χάρτινο τοίχο, αφήνοντας την φαντασία να συμπληρώσει τις λεπτομέρειες.
Το κείμενο και η υποκριτική μας μετέφεραν από την πρώτη στιγμή στην δεκαετία του 1930. Ως Κεφαλονίτης στην καταγωγή, πρέπει να αναφέρω ότι τόσο η Λένα Ουζουνίδου όσο και ο Ιώκο Ιωάννης Κοτίδης (ο ξάδερφος) που υποδύονταν Κεφαλονίτες χαρακτήρες, ήταν απόλυτα πειστικοί, ειδικά στον τρόπο ομιλίας. Εξίσου σωστά, η κόρη (Εριέττα Μανούρη) που δεν είχε μεγαλώσει στην Κεφαλονιά, δεν είχε κεφαλονίτικα στοιχεία στην ομιλία της.
Υπάρχουν και κάποιοι πολύ συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους μου άρεσε τόσο πολύ η παράσταση, αλλά δεν μπορώ να τους αναφέρω χωρίς να κάνω σπόιλερ. Οπότε από εδώ και κάτω διαβάστε μόνο όσες και όσοι δεν έχετε πρόβλημα να μάθετε λεπτομέρειες από την υπόθεση του έργου.
Οκ;
Πάμε.
Οφείλω να πω ότι το έργο με είχε παραξενέψει μέχρι λίγο πριν το τέλος. Μέχρι τότε είχαμε δει την ενδοοικογενειακή βία που είχε οδηγήσει κόρη και πεθερά σε αδιέξοδο, τον φόνο και την εξαφάνιση του πτώματος, την δίκη και το πολύ δημοφιλές ρεμπέτικο τραγούδι που γράφτηκε με αφορμή τα γεγονότα. Αυτό που δεν είχα δει ακόμα, όμως, ήταν το προσωπικό σχόλιο της Μαϊστράλη, που στα προηγούμενα έργα της ήταν εμφανές από πολύ νωρίτερα. Ναι, η ωμή απεικόνιση της βίας πριν τον φόνο ήταν ένα σχόλιο, η σουρεαλιστική αγόρευση του εισαγγελέα ήταν κι αυτή σχόλιο, αλλά δεν μου φαίνονταν αρκετά. Ειδικά όταν έπαιξαν επί σκηνής ολόκληρο το ρεμπέτικο, που είναι (ως προϊόν της εποχής του) σαφέστατα εναντίον των γυναικών, είχα προβληματιστεί αρκετά.
Κι αμέσως μετά, άλλαξαν όλα. Μετά από μια συγκινητική αντιπαράθεση μάνας και κόρης στην φυλακή, η Λένα Ουζουνίδου ξεκινάει έναν συγκλονιστικό μονόλογο. Ειλικρινά, ήταν ένας από τους καλύτερους, αν όχι ο καλύτερος μονόλογος που έχω δει στην ζωή μου. Κατάλαβα ότι το υπόλοιπο έργο χρειάζεται για να οδηγήσει σε αυτόν τον μονόλογο, αλλά και όλο το έργο να ήταν ένας μονόλογος της Ουζουνίδου, εγώ θα ήμουν απόλυτα ευχαριστημένος.
Και το κερασάκι στην τούρτα: το έργο κλείνει με ένα νέο τραγούδι, ένα τραγούδι που “απαντάει” στο ρεμπέτικο της δεκαετίας του ‘30, ένα τραγούδι που φέρνει το θέμα του έργου στις σημερινές του διαστάσεις και γίνεται η φωνή μιας σύγχρονης κοινωνίας - ή έστω του προοδευτικού τήματος της κοινωνίας μας.
Θα δώσω ένα ακόμα μπράβο στην Νεφέλη Μαϊστράλη, γιατί και έγραψε το έργο και παίζει την υπηρέτρια και έμαθε να παίζει μουσική με πριόνι για τις ανάγκες του έργου. (Μπράβο και στην Ερατώ Α.Κρεμμύδα που επιμελήθηκε την μουσική του έργου και είχε την ιδέα.)
Κι ένα ακόμα μπράβο στην σκηνογράφο Γεωργία Μπούρδα για τα “πολυμορφικά” σκηνικά που μας έβαλαν στην εποχή χωρίς να είναι εποχής, αλλά και για μια ανατριχιαστική λεπτομέρεια. Σε κάποιο σημείο του έργου η υπηρέτρια προσεύχεται προς το παράθυρο του δωματίου της, προς ένα πλαίσιο από το οποίο μοιάζει να λείπει το εικόνισμα. Και βγάζει απόλυτα νόημα, γιατί σε αυτό το σπίτι δεν κατοικεί κανένας θεός.
Θα έγραφα κι άλλα, αλλά τα έχει ήδη απαντήσει η ίδια η Νεφέλη Μαϊστράλη στην συνέντευξη που έδωσε στο Ζω ένα Δράμα.