(Θεατρο)ιστορίες γι’ αγρίους
Ο Κάρολος Κουν είναι ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες σκηνοθέτες, που επηρέασε όσο λίγοι την πορεία του σύγχρονου ελληνικού θεάτρου. Σκηνοθέτησε εμβληματικές παραστάσεις και φημιζόταν για το πάθος του, την εργατικότητά του και την προσήλωσή του στο όραμα κάθε παράστασης.
Φημιζόταν επίσης και για το πόσο εκρηκτικός ήταν ο χαρακτήρας του. Κανείς δεν τολμούσε να του αντιμιλήσει ή έστω να διαφωνήσει με κάτι στην σκηνοθεσία. Όταν νευρίαζε, οι ηθοποιοί του κινδύνευαν να δεχτούν οτιδήποτε, από βρισιές έως τασάκια, μέχρι και τραπέζια. (Συμπεριφορά που - ευτυχώς - δεν είναι αποδεκτή πλέον.)
Η σημερινή ιστορία είναι δύο σε μία. Ξαναβλέποντας την προηγούμενη εβδομάδα το αφιέρωμα στον Θύμιο Καρακατσάνη, βρήκα δύο τέτοια περιστατικά, που ο Κουν δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα νεύρα του.
Στο πρώτο, ο Κουν εκνευρίστηκε στην πρόβα με κάποιον ηθοποιό που δεν έπαιζε τον ρόλο όπως τον ήθελε. Σκύβει να βρει κάτι να του πετάξει και πιάνει ένα σκεπάρνι. (Ειλικρινά, δεν μπορώ να φανταστώ ποιος θεώρησε καλή ιδέα να το αφήσει δίπλα στον Κουν.) Το πετάει, αστοχεί και χτυπάει έναν άλλο ηθοποιό, τον Δημήτρη Χατζημάρκο, που είχε την ατυχία να βρίσκεται στην σκηνή.
Ο Χατζημάρκος, μόλις συνέρχεται από το χτύπημα, γυρνάει στον Κουν και λέει: “Κάρολε, να μάθεις σημάδι!” Οι υπόλοιποι ξέσπασαν σε γέλια.
Στο δεύτερο, κάποιος μαθητής της σχολής ζήτησε μια μέρα από τον Καρακατσάνη να του εξηγήσει τι εννοούσε ο Κουν όταν μιλούσε για αντίσταση. (Αυτό που σήμερα πιο συχνά ονομάζουμε εμπόδιο του ρόλου.) Ο Καρακατσάνης, λίγο στα σοβαρά, λίγο για να σπάσει πλάκα, του είπε: “θες να μάθεις την αντίσταση; πήγαινε φέρε ένα σκοινί”.
Ο μαθητής φέρνει το σκοινί και ο Καρακατσάνης τον δένει από την μέση σε μια κολόνα. Μετά, τον βάζει να προσπαθήσει να περπατήσει δεμένος και ταυτόχρονα να λέει τα λόγια του. Ξεκινάει ο μαθητής να περπατάει και να λέει τις ατάκες του αγγελιοφόρου από τους Πέρσες. Εκείνη την στιγμή μπαίνει στην αίθουσα ο Κουν.
Ρωτάει τον μαθητή: “τι κάνεις;”
“Μαθαίνω την αντίσταση.”
“Την αντίσταση;”
“Μου μαθαίνει ο κύριος Καρακατσάνης την αντίσταση.”
Ο Κουν αρχίζει να φορτώνει, να φορτώνει και τελικά σπάει. “Φύγε από εδώ! Λύσε τον! Θύμιο! Έλα δω!”
Και λούζει τον Καρακατσάνη με έναν ατελείωτο χείμαρρο από βρισιές. Όπως λέει και ο ίδιος, “δεν βαρέθηκε να με βρίζει!”
Πηγές:
Kommentare