top of page

ζ-η-θ, ο Ξένος - Μια Οδύσσεια που έφτασε στην Ιθάκη στο παρά πέντε

Έγινε ενημέρωση: 17 Ιουλ

Όμηρος

ζ-η-θ, ο Ξένος

Μια επιστροφή στις πηγές: επίσκεψη σε τρεις ραψωδίες της Οδύσσειας

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός

ΚΘΒΕ & ΘΟΚ

Επίδαυρος, Σάββατο 12 Ιουλίου


Ο Οδυσσέας (Χάρης Φραγκούλης) διηγείται την άλωση της Τροίας στους Φαίακες (που στέκονται όρθιοι εκατέρωθεν τραπεζιού πίσω του)
Φωτογραφία: Mike Rafail

Πήγα στην Επίδαυρο έχοντας μεγάλες προσδοκίες για αυτήν την παράσταση. Πρώτον, γιατί σκηνοθετούσε ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, το οποίου ο “Ηρακλής Μαινόμενος” (2011) και οι “Ιχνευταί” (2021) ήταν παραστάσεις-σταθμοί για την Επίδαυρο, ειδικά στη σκηνοθεσία του Χορού, όπως και η ιδιαίτερη “Νέκυια” (2015) που συνδύαζε για πρώτη φορά την Οδύσσεια με το Ιαπωνικό Θέατρο Νο.


Δεύτερον, γιατί βρήκα το θέμα της παράστασης φοβερά ενδιαφέρον, καθώς είναι κάτι που με προβληματίζει χρόνια τώρα: η χαώδης διάσταση ανάμεσα στην κουλτούρα των αρχαίων Ελλήνων απέναντι στους ξένους, τους ικέτες, τους πρόσφυγες, και στη συμπεριφορά των σύγχρονων Ελλήνων. Θέμα που έγινε ξανά τραγικά επίκαιρο ακριβώς πριν την πρεμιέρα της παράστασης, με την απόφαση της κυβέρνησής μας να στερήσει το δικαίωμα αίτησης ασύλου σε πρόσφυγες από τη Λιβύη.


Στην κουλτούρα των αρχαίων Ελλήνων ο ξένος ήταν ιερός. Πρώτα τον φρόντιζαν, τον έντυναν, τον τάιζαν, τον άφηναν να ξεκουραστεί και μετά τον ρωτούσαν ποιος είναι κι από πού έρχεται. Τον φιλοξενούσαν ασχέτως τι έχει κάνει στη ζωή του, ακόμα κι αν είχε βάψει τα χέρια του με αίμα. Ήθελα πολύ να δω πώς θα προσέγγιζε ο Μαρμαρινός το τμήμα της Οδύσσειας που πραγματεύεται την ιερή φιλοξενία, στο πλαίσιο της δικής μας κοινωνίας που φυλακίζει τους πρόσφυγες - τους σύγχρονους ικέτες - σε δομές με άθλιες συνθήκες, ενώ πλέον τους στερεί ακόμα και το δικαίωμα της ικεσίας. 


Με αυτές τις προσδοκίες πήγα, λοιπόν, στην Επίδαυρο.


Η παράσταση ξεκίνησε με το κείμενο της ραψωδίας ζ να εμφανίζεται σε μια οθόνη στο πίσω μέρος της σκηνής, ενώ η Ναυσικά με τη συνοδεία της ξεκινούσαν να πάνε στο ποτάμι να πλύνουν τα ρούχα. Για αρκετά λεπτά βλέπαμε το κείμενο να περνάει στην οθόνη, ενώ οι κοπέλες το αναπαριστούσαν επί σκηνής με τελετουργικές κινήσεις (που θύμιζαν λιγάκι και Θέατρο Νο).


Κάπου εκεί έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό η πρώτη σκέψη: “έχει γούστο όλη η παράσταση να είναι βουβή αναπαράσταση του κειμένου που θα περνάει στην οθόνη”.


Η Ναυσικά με τις φίλες της παίζουν με τα τόπια στην ακτή. Πίσω δεξιά φαίνεται η αγριελιά κάτω από την οποία κοιμάται ο Οδυσσέας.
Φωτογραφία: Mike Rafail

Ευτυχώς όχι. Κάποια στιγμή μπαίνει και ο λόγος στο έργο, ακολουθώντας τον τελετουργικό ρυθμό της κίνησης. Ναυσικά και Οδυσσέας μιλούν αργά και με στόμφο (όχι τόσο όσο στην Αντιγόνη του Ράσε), ενώ ο “Χορός” των κοριτσιών μιλάει ταυτόχρονα (όχι τόσο συντονισμένα όσο στην Αντιγόνη του Ράσε).


Αυθόρμητα έρχεται και η επόμενη σκέψη: “δεύτερη Αντιγόνη μάς βρήκε, τι κατάρα είναι αυτή φέτος με τα τελετουργικά ανεβάσματα.”


Και έτσι συνεχίστηκε η παράσταση, με ένα άψογα δουλεμένο σύνολο ηθοποιών, να γεμίζει αρμονικά τον χώρο, τελετουργικά, με ελαφρύ στόμφο και μερικές ακατανόητες εκρήξεις ενέργειας, όπως το ξαφνικό τρέξιμο του Αλκίνοου. Οι νευρικές κινήσεις των θεατών στις θέσεις τους ήταν συνεχείς από τη μέση του έργου και μετά.


Το έργο άρχισε να μου κινεί το ενδιαφέρον από την αρχή της ραψωδίας θ και μετά, με την εμφάνιση του τυφλού αοιδού Δημόδοκου. Το ιδιαίτερο και εν μέρει απόκοσμο τραγούδι της Λένιας Ζαφειροπούλου ήταν το πρώτο που ανέδειξε το κείμενο. Οι οπερατικοί λαρυγγισμοί της οδήγησαν τη φαντασία μου πολύ πίσω στον χρόνο, σε έναν πολιτισμό με πολύ διαφορετική μουσική από τη δική μας, ζωντανεύοντας τις αφηγήσεις της για τον Τρωικό Πόλεμο και την απιστία Αφροδίτης-Άρη. Ο Μαρμαρινός μας παρουσίασε ίσως την πιο σωστή αισθητικά εκδοχή των αοιδών με βάση τα στοιχεία που έχουμε, αν κρίνω από το κείμενο του Thomson στο πρόγραμμα της παράστασης.


Ο τυφλός αοιδός Δημόδοκος (Λένια Ζαφειροπούλου) οδηγείται από ένα μέλος του χορού
Φωτογραφία: Mike Rafail

Το έργο πλησίαζε προς το τέλος του, στον ίδιο τελετουργικό ρυθμό, όταν επιτέλους “εμφανίστηκε” ο Μαρμαρινός που θαυμάσαμε στους Ιχνευτές. 


Ο Οδυσσέας πριν αποκαλύψει την ταυτότητά του στους Φαίακες, παίρνει τα ηνία από τον Δημόδοκο και διηγείται την ιστορία της άλωσης της Τροίας. Ο λόγος του γίνεται απρόσμενα φυσικός, και σαν χείμαρρος βγαίνουν τα λόγια από μέσα του, τη στιγμή που ο ηθοποιός που τον ενσαρκώνει, ο Χάρης Φραγκούλης, κάνει κάτι υπεράνθρωπο: μιλάει ενώ ανεβαίνει τρέχοντας τα σκαλιά του θεάτρου μέχρι το Άνω Διάζωμα, επιστρέφει τρέχοντας στη σκηνή και συνεχίζει, χωρίς καν να λαχανιάσει έστω και λίγο, ανεβάζοντας ένταση και ρυθμό.


Στα μάτια μου έχει όντως μεταμορφωθεί στον ημίθεο Οδυσσέα, για τον οποίο ακούμε (ή διαβάζουμε) σε όλο το έργο. Ο λόγος του έχει καθηλώσει το κοινό, που τον παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα. Στις παύσεις του δεν πέφτει ούτε καρφίτσα. Ο “Χορός” των Φαιάκων τον πλαισιώνει ιδανικά όσο διαρκεί η αφήγησή του.


Ο Οδυσσέας, όπως έσωσε τους Αχαιούς κερδίζοντας τον πόλεμο με τον Δούρειο Ίππο, έτσι κι εδώ “έσωσε” την παράσταση με τον μονόλογο του.

Ο Οδυσσέας αφηγείται ξαπλωμένος ανάσκελα στο τραπέζι, με τους Φαίακες γύρω του να τον παρακολουθούν. Στο βάθος φαίνονται δύο από τις τσελίστριες.
Φωτογραφία: Mike Rafail

Το έργο τελειώνει και δεν μπορώ να μη σκεφτώ ότι αν ο Μαρμαρινός είχε ακολουθήσει αυτό το πιο φυσικό στιλ υποκριτικής στο μεγαλύτερο μέρος του έργου, αυτή τη στιγμή θα μιλούσαμε για την παράσταση της χρονιάς. Με το να επιμείνει στον τελετουργικό ρυθμό, χάθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του έργου η ζωντάνια που έχει η αφήγηση των επών, όπως αναφέρει κι ο Thomson. Ακόμα, χάθηκε ο προβληματισμός του σκηνοθέτη, τουλάχιστον για μια μερίδα του κοινού που δεν ήταν εξοικειωμένο με την υπόθεση των ραψωδιών και δεν κατάλαβε τι διαφορές έχουν οι Φαίακες του έργου με τους σύγχρονους Έλληνες.


Επιπλέον, χάθηκε η ευκαιρία να γίνει μια διάκριση ανάμεσα στην τελετουργική φιλοξενία που όντως ασκεί ο Αλκίνοος με τα δείπνα μετά μουσικής, τους αθλητικούς αγώνες και τα δώρα προς τον ξένο, και την πιο αυθόρμητη φιλοξενία της Ναυσικάς προς τον ναυαγό Οδυσσέα. Μια διάκριση που πιστεύω ότι θα βοηθούσε και δραματουργικά, γιατί ο Οδυσσέας έχει πραγματικά ανάγκη τη βοήθεια της Ναυσικάς όταν ξυπνάει γυμνός και αποκαμωμένος στην ακτή. Όταν όμως τον φιλοξενεί με όλες τις τιμές ο Αλκίνοος, η τήρηση της τελετουργίας τονίζει τον εσωτερικό του αναβρασμό, καθώς το μόνο που θέλει είναι να μπει στο πλοίο που τον περιμένει για να γυρίσει στην Ιθάκη.


Σε κάθε περίπτωση, η παράσταση είναι διεξοδικά δουλεμένη σε όλα τα επίπεδα: δραματουργικό, κινησιολογικό, ιστορικό, αρχαιολογικό και λαογραφικό. (Αξίζει να διαβάσετε το πρόγραμμα της παράστασης. Θα το βρείτε online εδώ.) Ακόμα κι αν δεν είναι η καλύτερη του Μαρμαρινού (κατά τη γνώμη μου), παραμένει μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και καλοδουλεμένες παραστάσεις που θα δείτε.


Η ιδέα της χρήσης αποσπασμάτων από την Ιλιάδα (πρώτο τραγούδι Δημόδοκου) και την Αινειάδα του Βιργίλιου (τρίτο τραγούδι Δημόδοκου και μονόλογος Οδυσσέα) λειτούργησε εξαιρετικά. Έδωσε την ευκαιρία να παρασταθεί η διάκριση αοιδών και ραψωδών μέσα από το σημαντικότερο έργο της επικής ποίησης.


Παρόλο που μας δυσκόλεψε, η χρήση του γραπτού κειμένου στη θέση του αφηγητή έδωσε την αίσθηση ότι την αφήγηση την κάνει ο ίδιος ο Όμηρος (έστω μέσω του μεταφραστή του).


Ο συνδυασμός των φωτισμών της Ελευθερίας Ντεκώ και των σκηνικών του Γιώργου Σαπουντζή δημιούργησαν μια μυθική ατμόσφαιρα που μας ταξίδεψε και στον τόπο και στον χρόνο των ραψωδιών. 


Συγχαρητήρια αξίζουν σε όλους τους ηθοποιούς και στη χορογράφο Gloria Dorliguzzo για την πανέμορφη κίνησή τους στο χώρο, και ειδικά στους αθλητικούς αγώνες και στην αφήγηση της απιστίας Αφροδίτης-Άρη. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει και στις τρεις τσελίστριες (Εύη Καζαντζή, Άλμπα Λυμτσιούλη, Αλίκη Μάρδα) που πλαισίωναν με ζωντανή μουσική όλη την παράσταση.


Οι Φαίακες χορεύουν με ένταση, φορώντας σκούρα ρούχα, σε εξωτερικό χώρο με καλάμια στο βάθος. Αίσθηση έκρηξης και ζωηρότητας.
Φωτογραφία: Mike Rafail

Η ενδυματολογική μεταμόρφωση του Οδυσσέα από γυμνό ναυαγό σε μυθικό ήρωα και βασιλιά από την Ελευθερία Αράπογλου ήταν πολύ προσεγμένη και έγινε σχεδόν ταχυδακτυλουργικά. Όπως επίσης εύστοχη πινελιά ήταν και η επιλογή να είναι βαμμένα τα χέρια του Οδυσσέα κόκκινα, που μας θύμιζε από την πρώτη στιγμή ότι δεν είναι ένας τυχαίος ικέτης. Έχει στα χέρια του το αίμα ενός ολόκληρου λαού, κάτι που τον βασανίζει διαρκώς (και φαίνεται στον χειμαρρώδη μονόλογό του) και που μπορεί να τον κάνει ανεπιθύμητο, δίνοντας μεγαλύτερη αξία στη φιλοξενία των Φαιάκων.


Στα αρνητικά, ο ήχος από τα μικρόφωνα (δηλαδή από τα ηχεία) είχε έναν ελαφρύ αντίλαλο που μας ανάγκαζε να κοιτάμε πολύ συχνά προς τους πλαγιότιτλους, ειδικά όταν ο Χορός μιλούσε ομαδικά. Ο Μαρμαρινός επέλεξε να θυσιάσει τον απόλυτο συντονισμό για να μην γίνει “ρομποτικός” ο λόγος του Χορού (και καλά έκανε κατά τη γνώμη μου), ωστόσο ήταν πολύ δύσκολο να καταλάβουμε τι λένε. Ίσως το σημαντικότερο ερώτημα είναι το γιατί να βάλεις τους ηθοποιούς να μιλάνε ταυτόχρονα, όταν μετά από τόσα έργα έχουμε δει ότι πολύ σπάνια λειτουργεί προς όφελος της παράστασης.


Η παράσταση δεν είναι φιλική προς τα τυφλά ή εντυποανάπηρα άτομα. Η εισαγωγή του έργου, καθώς και σημαντικές πληροφορίες, ειδικά για τις αντιδράσεις του Οδυσσέα στα όσα συνέβαιναν επί σκηνής (πχ. στα τραγούδια του Δημόδοκου) εμφανίζονται μόνο γραπτώς στην οθόνη. Αν κάποιος δεν μπορούσε να τα δει, έχανε σημαντικό κομμάτι του έργου. Λυπήθηκα επίσης τους ξένους θεατές που έπρεπε να κοιτάνε τους αγγλικούς πλαγιότιτλους, καθώς εκεί οι πληροφορίες εμφανίζονταν για ελάχιστο χρόνο, ανάμεσα στα υπόλοιπα λόγια.


Εξίσου μη φιλικό στην ανάγνωση είναι το κατά τα άλλα υπερπλήρες πρόγραμμα της παράστασης, καθώς μεγάλο μέρος του έχει μαύρο κείμενο πάνω σε σκούρες γκρι σελίδες. (Είναι ιδανικό όμως για τεστ όρασης).


Κλείνοντας με κάτι θετικό (αφού θετική είναι κι η συνολική εικόνα που μου άφησε η παράσταση) μου άρεσε πολύ το “κλείσιμο του ματιού” του σκηνοθέτη προς τον επικό ποιητή στο τέλος του έργου. Όπως ο Όμηρος (μετά από τόσες χιλιάδες στίχους) μας αφήνει σχεδόν στη μέση της δράσης, θέλοντας να ακούσουμε/διαβάσουμε κι άλλο, έτσι κι ο Μαρμαρινός μας αφήνει στη μέση της αφήγησης του Οδυσσέα προς τους Φαίακες, θέλοντας να δούμε κι άλλο.


Υπόκλιση με τους ηθοποιούς και τις μουσικούς γύρω από το μακρόστενο λευκό τραπέζι.
Φωτογραφία: Mike Rafail

Σκηνοθεσία: Μιχαήλ Μαρμαρινός

Δραματουργική επεξεργασία: Ελένη Μολέσκη – Μιχαήλ Μαρμαρινός

Σκηνογραφία: Γιώργος Σαπουντζής

Σχεδιασμός κοστουμιών: Ελευθερία Αράπογλου

Μουσική σύνθεση: Άντης Σκορδής

Χορογραφία: Gloria Dorliguzzo

Σχεδιασμός φωτισμού: Ελευθερία Ντεκώ

Μάσκες: Μάρθα Φωκά

Α΄ βοηθός σκηνοθέτη: Ελένη Μολέσκη

Β΄ βοηθός σκηνοθέτη: Αλεξία Παραμύθα

Βοηθός σκηνογράφου: Κατερίνα Ζυρπιάδου

Βοηθός ενδυματολόγου: Ερνέστα Χατζηλεμονίδου

Βοηθός χορογράφου: Στέλλα Μαστοροστέριου

Μουσική διδασκαλία: Παναγιώτης Μπάρλας


Συνεργάτης από πλευράς ΚΘΒΕ για σκηνικά και κοστούμια: Δανάη Πανά

Σχεδιασμός και εκτέλεση μακιγιάζ για τη Λένια Ζαφειροπούλου και τον Χάρη Φραγκούλη: Μαντώ Καμάρα


Οργάνωση παραγωγής: Εύα Κουμανδράκη

Φωτογραφίες: Mike Rafail (That Long Black Cloud)

 

ο ξένος και εμείς

 

εμείς/Φαίακες: Κλέλια Ανδριολάτου (Ναυσικά), Γαλάτεια Αγγέλη (Θεά Αθηνά/Νύμφη,κόρη κάποιου Δήμαντα), Ερατώ Μαρία Μανδαλενάκη (Νύμφη/φίλη της Ναυσικάς-συνομήλικη), Χριστίνα Μπακαστάθη (Νύμφη/φίλη της Ναυσικάς-συνομήλικη), Στέλλα Παπανικολάου (Νύμφη/φίλη της Ναυσικάς-συνομήλικη), Ηλέκτρα Γωνιάδου (Θεά Αθηνά/Γυναίκα των Φαιάκων), Κλειώ-Δανάη Οθωναίου (Θεά Αθηνά/Γυναίκα των Φαιάκων), Έλενα Τοπαλίδου (Αρήτη), Χρήστος Παπαδημητρίου (Αλκίνοος), Γιάννης Χαρίσης (Εχένηος/Αρχηγός και Σύμβουλος των Φαιάκων), Φωτεινή Τιμοθέου (Ευρυμέδουσα/Γυναίκα των Φαιάκων), Νίκος Καπέλιος (Κραυγή του Ηφαίστου/Αρχηγός και Σύμβουλος των Φαιάκων), Γιάννης Βάρσος (Ευρύλαος/νέος των Φαιάκων), Νικόλας Γραμματικόπουλος (Κλυτόνηος/νέος των Φαιάκων), Νεκτάριος Θεοδώρου (Ελατρεύς/Αρχηγός και Σύμβουλος των Φαιάκων), Κωστής Καπελλίδης (Αμφίαλος/Θεά Αθηνά/Κήρυκας/Άρης/νέος των Φαιάκων), Νίκος Κουκάς (Λαοδάμας/νέος των Φαιάκων), Τίτος Μακρυγιάννης (Θόων/νέος των Φαιάκων), Γιάννης Τομάζος (Άλιος/νέος των Φαιάκων), Λένια Ζαφειροπούλου (Τυφλός Αοιδός (Δημόδοκος, Αφροδίτη)


Μουσικοί επί σκηνής-τσέλο: Εύη ΚαζαντζήΆλμπα ΛυμτσιούληΑλίκη Μάρδα


Γραφτείτε στο newsletters μας για να μαθαίνετε πρώτοι τα νέα μας!

Ευχαριστούμε!

@2023 Created by ZwEnaDrama team

  • Instagram
  • Facebook
bottom of page