top of page
Εικόνα συγγραφέαΜαίρη Μαρκογιαννάκη

Νεφέλη Μαϊστράλη: "Αν δεν ενοχλεί κάτι, αν δεν έχουμε διαφωνήσει κάπου, υπάρχει πρόβλημα θεωρώ στην τέχνη"

«Αριστερόχειρες», διασκευή στα «Μπλε Καστόρινα Παπούτσια», «Σπυριδούλες» και τώρα «Κακούργα πεθερά». Κείμενα με υπογραφή Νεφέλης Μαϊστράλη. Κι αυτά μόλις σε έναν χρόνο…


[Δεν γινόταν, έπρεπε να γνωρίσω από κοντά αυτό το κορίτσι…]


Συναντιόμαστε στη γειτονιά της, την Καλλιθέα. «Έχω βάλει ανάποδα την μπλούζα μου να ξέρεις» μου εξομολογείται μόλις καθόμαστε. «Έχω πάει σε συνέντευξη για δουλειά στραβοκουμπωμένη», της απαντάω. Όπως καταλαβαίνετε «πάγος» δεν υπήρξε ποτέ για να σπάσει. Μιλούσαμε επί δύο ώρες ασταμάτητα και θα μιλούσαμε για άλλο τόσο αν δεν μας έπαιρναν τηλέφωνο να μας θυμίσουν τι ώρα είχει πάει...


Από τις πρώτες κουβέντες επιβεβαιώνω πως «τίποτα δεν είναι τυχαίο».



Από γονείς που «η εκπαίδευση είναι πάνω απ’ όλα», άλλαξε πολλά σχολεία, δημόσια και ιδιωτικά, για να βρεθεί στο καλύτερο δυνατό περιβάλλον. Ήταν πάντοτε του διαβάσματος, είχε έφεση στη Λογοτεχνία. Τη βοήθησε πολύ ο νονός της που της έστελνε μόνο βιβλία. «Όλη η βιβλιοθήκη που έχω σπίτι είναι από βιβλία του νονού μου. Όταν όλη σου τη ζωή παίρνεις για δώρο βιβλία, κάποια στιγμή θα ρίξεις μια ματιά». Τελείωσε τη Νομική κάτι που τη βοήθησε τρομακτικά στη ζωή και στο θέατρο. «Με έβαλε σε διαδικασία κριτικής σκέψης και εύρεσης κανόνων. Να βάζω τον λόγο σε κανόνες για να παίξω στη σκηνή. Η Λογοτεχνία, η ποίηση είναι ένα μέσον αυτής της δουλειάς. Ο τρόπος να την κάνεις έχει συγκεκριμένα εργαλεία». Δεν είχε σκοπό να γίνει ηθοποιός. [Ευτυχώς για μας, έγινε!]

 

-Είσαι ηθοποιός, αλλά δεν αρκείσαι στην ερμηνεία, πολλά από τα έργα που παίζεις φέρουν την υπογραφή σου. Η συγγραφή σού προέκυψε ή το είχες πάντα;


Έγραφα από μικρή, όχι όμως οργανωμένα, εκθέσεις, ποιήματα, τέτοια. Διασκευές λογοτεχνίας για την ομάδα (4Frontal) είχα κάνει και πιο παλιά. Για παράδειγμα, τον «Μύρτο» του Μάτεσι. Μετά κάναμε κάποια κείμενα με στοιχεία devised, όπως την παράσταση « Η εκπαίδευση εις τα του οίκου δια νεαράς κορασίδας» και αργότερα, την επιθεώρηση « Ω, παίδες Ελλήνων!» που άρχισα να πειραματίζομαι στην πρωτότυπη γραφή. Καταλάβαινα ότι μ’ άρεσε κι έβρισκα πλάγιους τρόπους να δοκιμάζω τη δραστικότητα στον λόγο. Το πρώτο μου ολοκληρωμένο θεατρικό έργο το έγραψα μέσα στην καραντίνα. Μου αρέσει πάρα πολύ το γράψιμο διότι κι εγώ εξελίσσομαι, εκπαιδεύομαι κι ανακαλύπτω μέσα από αυτό.

 

-Καταπιάνεσαι με γεγονότα ιστορικά, που όμως βρίσκονται στο περιθώριο της Ιστορίας και της κοινωνίας. Τι σε ιντριγκάρει σε αυτά;


Ο πρώτος λόγος είναι ότι έχουν πολύ ψωμί θεατρικό γιατί αφήνουν μεγάλο περιθώριο στη φαντασία. Αν ένα γεγονός είναι χιλιοειπωμένο, η φαντασία είναι μοιραία πολύ περιορισμένη. Όσο προχωράω σε αυτού του είδους τη γραφή, προσπαθώ να κάνω πρώτα την έρευνα και μετά να την ξεχνάω μ'έναν τρόπο, προκειμένου να αποφύγω να γράψω ερευνητικό-ιστορικό ντοκουμέντο. Μ' αρέσει να παίρνω το γεγονός, να εμπνέομαι από αυτό και να κάνω μυθοπλασία για να επιτελέσω τον στόχο που είχα εξ αρχής διαχειριζόμενη αυτό το θέμα. Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί νομίζω πως τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία στην Ιστορία είναι αυτά που δεν μαθαίνουμε και αν τα γνωρίζαμε θα μπορούσαμε να έχουμε μια άλλη συλλογική συνείδηση ως έθνος. Στους Αριστερόχειρες αυτό συνέβη σίγουρα. Όταν εγώ έμαθα για τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης μου φάνηκε αποτρόπαιο ότι αυτό το αδιαπραγμάτευτο ιστορικό γεγονός δεν το μαθαίνουμε, είναι μια σοβαρή παράλειψη στην Ιστορία μας. Νομίζω ότι έχουμε πρόβλημα στην Ελλάδα για το πώς διδασκόμαστε την Ιστορία, ως παιδιά και ως ενήλικες.



-Προσωπικά, γνώρισα εσένα και την ομάδα σου, τους 4Frontal μέσα από τις κριτικές στο Ζω ένα Δράμα (και πολύ χαίρομαι γι’ αυτό!). Εσύ διαβάζεις τις κριτικές; Σε επηρεάζουν;


Τις διαβάζω, με επηρεάζουν ανάλογα. Όσο μεγαλώνω αρχίζω να καταλαβαίνω πώς διαμορφώνονται οι κριτικές. Υπάρχουν κριτικές που εκτιμώ και κριτικές που δεν εκτιμώ. Πάντως,  η γνώμη του αγνού θεατή μου είναι τρομερά χρήσιμη. Είναι πολύ σημαντικό το τι κάνει ένα θέαμα στους ανθρώπους. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω εστέτ πράγματα. Τα σέβομαι, αλλά δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει να παράξω ως καλλιτέχνης. Με ενδιαφέρει η γνώμη των θεατών σε επίπεδο του να βελτιωθώ, να μην την ψωνίζω, να συνεχίζει αυτό που κάνω να πατάει, κι αν δεν πατάει, να ψάχνω τους λόγους και να το διορθώνω. Χρειάζεται να έχεις επαφή με το κοινό σου γιατί οι παραστάσεις συμβαίνουν για τους ανθρώπους. Με ενδιαφέρουν οι κριτικές –και οι καλές και οι κακές- που κάπου με πάνε, που λένε αυτό εδώ λειτούργησε ή δε λειτούργησε, γι' αυτό το λόγο. Και δεν γίνεται να πετυχαίνουν όλα. Είναι επικίνδυνο. Κάτι δεν έχω κάνει εγώ καλά σίγουρα. Αν δεν ενοχλεί κάτι, αν δεν έχουμε διαφωνήσει κάπου, υπάρχει πρόβλημα θεωρώ στην τέχνη. Το να φύγει κάποιος θεατής δεν με ενοχλεί-εντάξει, δεν πετάω από χαρά αλλά-, είναι ισχυρή η στάση του «δεν αντέχω, δεν θέλω» και είναι σίγουρα μες στο παιχνίδι αυτού που κάνουμε. Το χλιαρό είναι αυτό που φοβάμαι στη δουλειά μας. Πιστεύω πως δεν υπάρχει αριστούργημα με την έννοια ότι κάνουμε μια τέχνη που φτιάχνεται από ανθρώπους και απευθύνεται σε ανθρώπους, οπότε σίγουρα έχει ελαττώματα. Το «αριστούργημα» μου φαίνεται το ίδιο παράξενο με το «χάλια», αν και εννοείται ότι η ανασφάλειά μου θέλει να γέρνει η πλάστιγγα προς το πρώτο. Ο θεατής, ο οποίος έρχεται να δει ένα προϊόν, αναλόγως με το τι τον αγγίζει θα πει τη γνώμη του. Όταν όμως έρχεται ο ακαδημαϊκός θεατρολόγος οφείλει, θεωρώ, να γράφει εμπεριστατωμένα και τεκμηριωμένα, με σκοπό να προχωρήσει την τέχνη μας σε ακαδημαϊκό επίπεδο, να δώσει καλλιτεχνικά ερεθίσματα στους υπό κρίσιν για τη συνέχεια τους και να προτείνει και έναν δρόμο θέασης στον κοινό που τον εμπιστεύεται.



-Πέρσι ήταν μια ιδιαίτερη χρονιά για σένα, αν δεν κάνω λάθος. Από τη μία το φεστιβάλ Αθηνών και οι Σπυριδούλες που ήταν μια καταξίωση, από την άλλη συμμετείχες και στην πιο αμφιλεγόμενη παράσταση της περσινής σεζόν, τους Σφήκες. Πώς βίωσες αυτά τα δύο γεγονότα;


Για τις Σπυριδούλες πράγματι ήταν μια ανταμοιβή, πολλά χρόνια κάναμε αιτήσεις στο φεστιβάλ Αθηνών και τελικά, μας δόθηκε η ευκαιρία να κάνουμε μια παράσταση που αγαπήσαμε πολύ, βάλαμε τους εαυτούς μας να δουλέψουν σε πιο σύνθετες συνθήκες και να διαχειριστούν ένα θέμα, το οποίο εμένα προσωπικά, συνεχίζει να με τροφοδοτεί και να με εμπνέει, όπως αυτό της ταξικότητας στην οικιακή εργασία. Νιώθω πολύ περήφανη για τον τρόπο που συναντηθήκαμε και συντονιστήκαμε, ως ομάδα, στις Σπυριδούλες και εύχομαι η παράσταση να συνεχίσει το ταξίδι της. Όσον αφορά στην Κιτσοπούλου, θεωρώ ότι είναι πολύ τραβηγμένες όλες αυτές οι αρνητικές αντιδράσεις που ξεσήκωσε η παράσταση. Όταν πηγαίνει κάποιος σκηνοθέτης στην Επίδαυρο, εφόσον πρόκειται ένα μεγαλειώδες θέατρο, συνήθως προσπαθεί να κάνει το καλύτερό του σε σχέση με τα εργαλεία που έχει δοκιμάσει στις υπόλοιπες σκηνές. Αυτό που υπήρξε στη σκηνή ήταν όντως «Λένα Κιτσοπούλου». Για μένα το παράξενο θα ήταν να δω και να ακούσω κανονικά το κείμενο από τους Σφήκες, ενώ η ίδια έχει ανεβάσει πολλάκις “μεγάλα” έργα στη σκηνή, με τον δικό της μοναδικό τρόπο. Έχει να κάνει με το πόσο συνεπής είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης με αυτό που κάνει. Αν έκανε κάτι άλλο –και στο υπογράφω- θα έλεγαν «κοίτα να δεις που το Εθνικό της έβαλε χέρι και είδαμε μια παράσταση που δεν είναι Λένα Κιτσοπούλου».


-Ναι, αλλά δεν ήταν too much για Επίδαυρο;


Τι σημαίνει το «για Επίδαυρο», θα ήθελα να το κουβεντιάσουμε. Είναι ένας αρχαιολογικός χώρος μεν, αλλά επειδή το θέατρο είναι μια σύγχρονη τέχνη, κάνουμε παραστάσεις που αφορούν στο σήμερα σε ένα πολύ ωραίο θέατρο με μία πολύ καλή ακουστική. Γιατί να κρατάς ένα θέατρο για μεμονωμένες παραγωγές, όταν θα μπορούσε να δοκιμαστεί να εξελιχθεί μαζί με την εποχή του και αυτός ο χώρος να είναι ζωντανός, να ανοίγει έναν διάλογο για το θέατρο συλλήβδην και όχι μόνο για την αρχαία τραγωδία και την κωμωδία. Καταρχάς, στους ξένους δίνεται το δικαίωμα να κάνουν εκεί τελείως άλλα πράγματα. Για ποιο λόγο; Τώρα, όσον αφορά στους Σφήκες, έχεις δίκιο, ένας θεατής που δεν έχει ιδέα κι έρχεται να δει Σφήκες, παθαίνει κάτι. Κι εδώ ίσως ανοίγει μια μεγάλη κουβέντα για το πώς μπορεί να ανέβει ο Αριστοφάνης σήμερα, αν είναι επιδραστική η παράσταση που συμβαίνει, ποια είναι τα όρια της διασκευής. Είναι στοίχημα και πείραμα για τον εκάστοτε καλλιτέχνη πώς θα απαντήσει σ' αυτά τα ερωτήματα κι ύστερα, εννοείται πως θα κριθεί από ειδικούς και μη, αλλά πάντα μέσα στο πλαίσιο μια πολιτισμένης, καλλιτεχνικής συνομιλίας και όχι, ανθρωποφαγίας. Το άβολο για μένα ήταν οι ακραίες εκδηλώσεις μίσους που διάβασα από ανθρώπους του χώρου, οι οποίοι  ήξεραν πολύ καλά τι επρόκειτο να δουν και ήρθαν να κράξουν σκόπιμα για να εκτονωθεί η φάση αυτή, το «γήπεδο». Εγώ ένιωθα πολύ εντάξει, διότι και ήξερα τι θα κάνω εξαρχής κι έχω ξαναδουλέψει μαζί της. Αν έχω ένα πράγμα να πω για τη Λένα Κιτσοπούλου, πέρα απ’ το αν αρέσει ή όχι σε κάποιον ως καλλιτέχνης, είναι ότι και έχει κάτι να προτείνει κάθε φορά, έχει ταυτότητα, αφήνει το στίγμα της και ότι δουλεύει πάρα πολύ πάνω σ' αυτό που θέλει να πει. Υπήρχαν άνθρωποι στην επαρχία που ήταν ενθουσιασμένοι. Γιατί τους μίλαγε σε ένα συλλογικό ασυνείδητο πολύ ελληνικό και με πράγματα που καταλάβαιναν. Τους άγγιξε η παράσταση, συγκινήθηκαν και ενοχλήθηκαν με την ταυτότητά τους, με αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα. Και να μην ξεχνάμε πως ο Αριστοφάνης στην εποχή του ενοχλούσε πολύ κόσμο, δεν ήταν καθόλου αγαπητός.



-Φέτος παρουσιάζεις το νέο σου συγγραφικό πόνημα επί σκηνής, την «Κακούργα πεθερά» στο θέατρο Πόρτα, σε σκηνοθεσία Θανάση Ζερίτη τα Δευτερότριτα. Εντάξει, πες μου, τι σκεφτόσουν πάλι όταν είπες θα πάρω μια δολοφονία και θα την κάνω θεατρικό έργο;


Ήρθα πρώτα σε επαφή με το τραγούδι, το ρεμπέτικό, το «καημένε Αθανασόπουλε». Ο Θανάσης μου είπε γι’ αυτή την ιστορία, που έγινε κι εδώ κοντά (στην Καλλιθέα) και μου πρότεινε να την ψάξω. Αρχίζω λοιπόν και ψάχνω και αυτό ήταν, κόλλησα. Πέρα από την ίδια την ιστορία, η οποία είναι σουρεαλιστική, ότι δηλαδή οι άνθρωποι περάσανε σ’ αυτή την κόκκινη ζώνη του τεμαχισμού του σώματος σ’ ένα σπίτι, με κινητοποίησαν τα κίνητρα των ατόμων που οδηγήθηκαν σ' αυτή την πράξη. Ήθελα να τα ψάξω κι έτσι προέκυψε η σύνδεση με την ενδοοικογενειακή βία και τις γυναικοκτονίες σήμερα. Οδηγήθηκα, λοιπόν, στο να γράψω ένα νέο κείμενο που να εμπνέεται από το έγκλημα, αλλά να λέει την ιστορία αλλιώς. Επίσης, σ' αυτή την υπόθεση, υπάρχει η λεγόμενη γκρίζα ζώνη των ανθρώπων. Αυτές οι γυναίκες βάλαν το χεράκι τους σε μια δολοφονία. Σαφέστατα. Γιατί το κάνανε; Πώς το κάνανε; Σε τι συνίσταται η εγκληματική πράξη; Πως παλαντζάρουν οι χαρακτήρες ανάμεσα στο καλό και το κακό; Αυτή η γκρίζα περιοχή των ανθρώπων μου προκαλεί τρομερό ενδιαφέρον συγγραφικά και θέλω να την ψάχνω.



-Και νομίζω πως ο χαρακτήρας που είναι ο πιο αμφιλεγόμενος, ο πιο «γκρίζος», είναι η ίδια η πεθερά, την οποία υποδύεται εξαιρετικά η Λένα Ουζουνίδου. Προστατευτική για την κόρη της, αλλά και εξουσιαστική. Θέλει να ορίζει η ίδια τη ζωή της, αλλά είναι και έρμαιο των αντιλήψεων της εποχής που θέλουν τη γυναίκα να καλοπαντρεύεται και τον άντρα να «καθαρίζει» για ζητήματα τιμής. Για το πλάσιμο του χαρακτήρα της πεθεράς βασίστηκες σε γεγονότα που συνέλεξες ή θέλησες εσύ να μην είναι ένας τόσο ξεκάθαρα καλός ή κακός χαρακτήρας;


Προσπαθούσα από τις πράξεις της να καταλάβω πού θα πάει αυτό και σιγά σιγα μου αποκαλύφθηκε ένας χαρακτήρας που είναι σύνθετος. Κι αυτό νομίζω πως είναι πιο ακριβές στη ζωή. Τα πράγματα δεν είναι μαύρο-άσπρο, είναι γκρι. Ο χαρακτήρας της πεθεράς με βοήθησε πολύ να αισθανθώ -για να μπορέσω να το γράψω- τον εσωτερικευμένο μισογυνισμό που έχουν οι γυναίκες. Που είναι ένας από τους λόγους που συντηρείται η πατριαρχία. Γιατί το αστείο είναι πως, αν απογυμνώσεις τη συνθήκη, οι γυναίκες είναι περισσότερες στον πλανήτη, είναι όντως πιο ισχυρές, ζουν περισσότερο. Κάπως επιτυγχάνεται αυτό, κάποιος βοηθάει. Η πεθερά είναι μια γυναίκα που θα ήθελε να είναι άντρας. Άρα λειτουργεί σαν άντρας για να μπορεί να υπάρξει σε έναν πατριαρχικό κόσμο. Και για μένα αυτή η γκρι ζώνη της πεθεράς ήταν η μεγαλύτερή μου αναρώτηση σ΄αυτή την παράσταση. Για τους υπόλοιπους ρόλους ήταν πιο καθαρά τα κίνητρα. Η πεθερά δεν μου το έκανε εύκολο. Είναι εύκολο για έναν άνθρωπο να λες είναι καλός ή κακός, είναι εύκολες οι ταμπέλες. Η πεθερά μου έδωσε και το στίγμα της παράστασης.


-Αυτό που με έκανε προσωπικά να ενθουσιαστώ με αυτή την παράσταση, ήταν πρώτα απ’ όλα το κείμενο που έγραψες, το οποίο όχι μόνο μεταφέρει τα ήθη της εποχής, αλλά και τη λαλιά, το ύφος, τις λέξεις των καθημερινών ανθρώπων της εποχής του 1931. Πόσο περίπου χρόνο χρειάστηκες για την έρευνα, αλλά και για τη μετουσίωσή της σε θεατρικό έργο;


Δεν πήρε πολύ χρόνο, επειδή έχω αναγνώσματα και πιο παλιά. Με τη γλώσσα έχω πετριά. Μου αρέσουν τα ψαξίματα και της λόγιας και της καθαρευουσιάνικης, της απλής, της δημοτικής. Ξεκίνησα να γράφω απευθείας σε αυτή τη γλώσσα γιατί έχω μια ευκολία. Αυτό που δοκίμασα στην Κακούργα Πεθερά είναι να την μπολιάσω με «συγχρονιές». Χρησιμοποίησα δηλαδή ως παλέτα τη γλώσσα της εποχής και την έσπασα σε σημεία με σύγχρονες λέξεις. Σκοπός μου ήταν οι λέξεις αυτές να ξενίσουν τον θεατή ως αταίριαστες, επαληθεύοντας ταυτόχρονα, το σήμερα και φέρνοντας το έργο στο εδώ και τώρα. Κάτι που επαλήθευσε και ο Θανάσης με τη σκηνοθεσία του. Αυτό, ας πούμε, στις Σπυριδούλες δεν το έχω κάνει. Στις Σπυριδούλες, επειδή γράφτηκε κατ’ αναλογία με την αρχαία τραγωδία σε χορικά κ.λπ., θα δεις μια άλλη γλώσσα που είναι πιο πιστή. Εδώ ήθελα να πειραματιστώ και με τη γλώσσα. Ήθελα να συνδεθεί περισσότερο ο θεατής, να μην αποστασιοποιηθεί χρονικά.


-Και μιας και ανέφερες την αρχαία τραγωδία, από τα πιο έντονα σημεία της παράστασης είναι ο μονόλογος της υπηρέτριας που υποδύεσαι η ίδια, στον οποίο περιγράφεται η σκηνή της δολοφονίας. Η σκηνή αυτή μου θύμισε αγγελική ρήση, κατά την οποία ο φόνος που δεν αναπαρίσταται επί σκηνής, μεταφέρεται στο κοινό από κάποιον αγγελιαφόρο.


Πολύ καλά στο θύμισα. Είναι ακριβώς έτσι γραμμένο και μάλιστα έχω δανειστεί την έναρξη του αγγελιαφόρου από τις Φοίνισσες «Τι να σου πω και πού να βρω τα λόγια». Έψαχνα να βρω αγγελικές ρήσεις κι επειδή μου είχε εντυπωθεί αυτή η φράση από τις Φοίνισσες που είχα παίξει παλιά, την έβαλα να ξεκινάει έτσι. Στην αρχαία τραγωδία δεν έβλεπες ποτέ φόνο επί σκηνής, αλλά ένιωθες όλη την οδύνη της πράξης από το κείμενο. Γι’ αυτό έβαλα την αγγελική ρήση, αλλά από έναν χαρακτήρα κάτω από το βάθρο, που δεν μιλάει λόγια, ο οποίος κάνει και χιούμορ, σκέφτεται και πώς θα καθαρίσει και το σπίτι. Έχει κάνει μια αποτρόπαιη πράξη που δεν την έχει επιλέξει, αλλά την έχει κάνει. Ξεφεύγει από τα ανθρώπινα. Μέσα από την αγγελική ρήση θέλω να φέρω ένα γεγονός στον θεατή που κι εγώ εκείνη τη στιγμή μαζί του καταλαβαίνω τι έχω κάνει.



-Στην τελευταία πράξη, συναντιέται η μητέρα και η κόρη μέσα στη φυλακή και αφήνεται να εννοηθεί ότι θα λάβουν χάρη γιατί η κόρη έκανε σχέση με τον διευθυντή των φυλακών. Απαλλάχθηκε δηλαδή από τον εξουσιαστή της και πάλι βρίσκεται ένας άλλος άντρας-προστάτης για να την εξουσιάσει; Καταρχάς βρήκες στην έρευνά σου κάτι τέτοιο ή ήταν προϊόν μυθοπλασίας; Και γιατί αποφάσισες να τελειώνει έτσι αυτή η ιστορία;


Υπήρξε όντως μια φήμη ότι η κόρη είχε σχέση με τον διευθυντή των φυλακών. Προσπάθησα να γράψω τη σκηνή και -ίσως αυτό να μη λειτούργησε όπως το είχα φανταστεί- θέλησα να τη δείξω να χρησιμοποιεί η ίδια τη σχέση πια, να είναι αυτή από πάνω. Χειραφετείται δηλαδή από τη μάνα και χρησιμοποιεί αυτή τον άντρα για να βγει από τη φυλακή. Τώρα που το έργο έχει πάει πια στον κόσμο, αντιλαμβάνομαι ότι από τη σκηνή ο θεατής αποκομίζει την αίσθηση ενός φαύλου κύκλου βίας που ο καταπιεσμένος αδυνατεί να ξεφύγει από τον όποιο δυνάστη του και επαναλαμβάνει το ίδιο μοτίβο. Απαισιόδοξο μεν, αληθές και συχνό δε. Ομολογώ ότι είχα κατά νου, να τη χειραφετήσω περισσότερο από αυτό που τελικά έγραψα.

 

-Η παράσταση παρουσιάζει την άλλη όψη του νομίσματος. Την ενδοοικογενειακή βία, τη γυναικεία κακοποίηση και την απουσία διεξόδου για τη γυναίκα-σύζυγο της εποχής. Έτυχε να παρακολουθήσω την παράστασή σας τη μέρα που αποκαλύφθηκε η γυναικοκτονία της εγκύου από τον σύντροφό της. Γιατί εμείς οι γυναίκες επιτρέπουμε ακόμη να συμβαίνουν τέτοια γεγονότα;


Δεν νομίζω πως όλες οι γυναίκες έχουν τη δυνατότητα να χωρίσουν, να ξεφύγουν από μια κατάσταση κακοποιητική, σωματικά ή ψυχικά. Η κοινωνία είναι πατριαρχικά δομημένη, οπότε η γυναίκα από μόνη της φοβάται ότι δεν είναι ικανή να το κάνει και ότι δεν έχει τη στήριξη. Επίσης, δεν γίνεται να αγνοήσουμε και την ταξικότητα του φαινομένου. Μια γυναίκα που είναι χαμηλότερης κοινωνικής και οικονομικής τάξης δεν μπορεί να πάρει τα παιδιά της και να φύγει. Να πάει πού; Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν δομές προστασίας των γυναικών, νομικής στήριξης, ψυχολογικής στήριξης.


-Ποια είναι τα επόμενά σου σχέδια; Γράφεις κάτι τώρα;


Ναι, αυτή την περίοδο γράφω το καινούργιο έργο για την ομάδα που λέγεται «Πόθεν έσχες». Θα το σκηνοθετήσει ο Κώστας Φιλίππογλου και θα ανέβει τον Μάιο. Είναι πολιτική κωμωδία και αφορά στη δεκαετία του ‘80 και ‘90 με έναν τύπο που συνομιλεί με τον Κοσκωτά και με άλλα μεγάλα σκάνδαλα της εποχής προσπαθώντας να νικήσει το σύστημα. Τώρα ποιος νικάει ποιον στο τέλος... θα δείξει.


-Αναμένουμε λοιπόν τον Μάιο να το δούμε! Ολοκληρώνοντας αυτή τη συνέντευξη, θέλω να σε ρωτήσω: Εσένα ποιο είναι το Δράμα σου;


Πολύ δύσκολη ερώτηση. Δεν ξέρω. Αυτό που θα ήθελα ως απώτερο κίνητρο ζωής είναι να μπορώ να εξασφαλίζω το βιοπορισμό μου σε μια κανονικότητα για να μπορώ στη δουλειά μου να δοκιμάζω συνεχώς και να δουλεύω πάνω σε αυτό που αγαπώ. Θα ήθελα η πολιτική συνθήκη να αλλάξει άρδην, να επέλθει ένα κοινωνικό σύστημα πολύ πιο ήπιο για τους ανθρώπους που να μπορώ πραγματικά να αφοσιωθώ σ’ αυτό που κάνω, στη δουλειά μου, και να μην έχω μια συνεχή αγωνία για τον βιοπορισμό μεγαλώνοντας. Και σε έναν μεγαλύτερο πλαίσιο θα είχε πραγματικά ενδιαφέρον να ζούμε σε ένα κόσμο πιο όμορφο, δεν το λέω τόσο εικαστικά όσο πολιτικά και υπαρξιακά. Ένας κόσμος που βρίθει πολέμων και ανισοτήτων δεν είναι όμορφος, να πάρει η ευχή. Επίσης, αν κέρδιζα το τζόκερ, πέρα από το βιοπορισμό τον δικό μου και των ανθρώπων μου, θα επένδυα σε μια ακαδημία δραματουργίας, με ηθοποιούς και σκηνοθέτες, για ν' αρχίσουν να γράφονται πολλά νέα ελληνικά έργα. Αυτό είναι το μεγάλο μου μαράζι!



Δηλώνω από τώρα συμμετοχή! Νεφέλη, αφού σε ευχαριστήσω για την πολύ όμορφή κουβέντα που είχαμε, θέλω να σε παρακαλέσω να συνεχίσεις ό,τι κάνεις. Είναι πολύ σημαντικό να γράφονται σύγχρονα έργα και είναι πολύ σημαντικό να γράφονται από γυναίκες. Ενώ οι γυναίκες διεκδικούν το μερίδιό τους στην τέχνη και τον πολιτισμό, ενώ έχουμε υπέροχες ηθοποιούς και πλέον και σκηνοθέτιδες, λείπουν θεατρικά έργα γραμμένα από γυναίκες δραματουργούς. Και εύχομαι κάποια στιγμή να φτάσουμε στο επίπεδο ως κοινωνία οι γυναικείοι ρόλοι που γράφονται να μην έχουν σχέση με την ιδιότητα της γυναίκας ως συζύγου, μητέρας, κόρης, αλλά ως ανθρώπου.

Σχετικές αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων
bottom of page